Η συμφωνία

Το αμφιθέατρο της φιλοσοφικής, λίγο πριν την έναρξη της εξέτασης, ήταν σχεδόν άδειο. Η Λένα μπήκε μέσα κατευθυνόμενη στα πίσω έδρανα, στην γαλαρία, όπου βρίσκονταν η Μαρία που δεν την γνώριζε. Εξάλλου δεν πάταγε καθόλου στη σχολή εδώ και μήνες, παρόλο που έπρεπε να τελειώσει μέσα στο ερχόμενο έτος. Έκατσε ακριβώς δίπλα της, μπας και αντιγράψει τίποτα αφού είχε πάει σαν τουρίστρια χωρίς να ανοίξει βιβλίο. Όπως πάντα στην κοσμάρα της, δεν κατάλαβε αμέσως πως η Μαρία είχε πρόβλημα με τα πόδια της και δεν μπορούσε να κινηθεί χωρίς καροτσάκι. Στρογγυλοκάθισε σταυροπόδι, άναψε, χωρίς να ρωτήσει, τσιγάρο και ο καπνός πήγαινε κατευθείαν στο πρόσωπο της Μαρίας. Κάθε λογικός άνθρωπος θα είχε νευριάσει αλλά εκείνη την κοίταζε με ένα ειδικό βλέμμα γεμάτο κατανόηση και ηρεμία. Η Λένα διαισθάνθηκε το διαπεραστικό βλέμμα της Μαρίας και αισθάνθηκε αμηχανία αλλά και μια περίεργη θαλπωρή.


-Χρωστάς πολλά;, ρώτησε η Λένα για να σπάσει τον πάγο.
-Πάντως δεν χρωστάω και λίγα. Δυστυχώς λόγω της κινητικής μου κατάστασης δεν μπορώ να έρχομαι συχνά στην σχολή και να παρακολουθώ.
 Η Λένα συνειδητοποίησε τότε την ιδιαιτερότητα του σώματός της.
-Σήμερα ποιος σε έφερε να δώσεις μάθημα;
-Ο πατέρας μου με φέρνει κάθε φορά αλλά δεν μπορεί να το κάνει συχνά. Και αυτός και η μητέρα μου δουλεύουν πολλές ώρες για να τα βγάλουμε πέρα. Μοιραία λοιπόν οι σπουδές μου έχουν περάσει σε δεύτερη μοίρα. Έτσι και αλλιώς και να αποφοιτήσω πού θα βρω δουλειά με τόσο υψηλή ανεργία; Σκέφτομαι πλέον σοβαρά να τα παρατήσω, εξάλλου δεν έχω μεγάλο περιθώριο. Πρέπει να περάσω είκοσι πέντε μαθήματα μέχρι τον επόμενο Σεπτέμβρη. Ζόρικος στόχος! Εσύ; Τελειώνεις;
-Και εγώ τα ίδια. Μέχρι τον άλλον Σεπτέμβρη τριάντα και ένα μαθήματα. Σε έφαγα! Να σου πω την αλήθεια; Μετά τις πανελλήνιες κάηκα, δεν μπόρεσα να ξανανοίξω βιβλίο!
-Εμένα μου αρέσει το διάβασμα, είναι από τις λίγες δραστηριότητες που μπορώ να κάνω καλά αλλά θα συμβιβαστώ.
-Δεν νομίζω να το κάνεις. Το βλέμμα σου λέει άλλα. Βλέπω μεγάλα αποθέματα υπομονής μέσα σου. Λίγη βοήθεια θες. Σου την προσφέρω εγώ. Θα κάνουμε μια συμφωνία. Θα με βοηθήσεις με το διάβασμα και θα σε βοηθήσω με την μετακίνηση μέχρι και οι δύο να πάρουμε πτυχίο. Τι λες;
-Μπορώ να κάνω κι αλλιώς; Εγώ έχω υπομονή και εσύ φαίνεται να έχεις επιμονή! Δέχομαι!

Η ώρα πέρασε, η εξέταση άρχισε στο γεμάτο πλέον αμφιθέατρο. Η Λένα παρόλο που δεν είχε διαβάσει έγραφε ακατάπαυστα και χωρίς να αντιγράφει. Την είχε ηρεμήσει η συντροφιά της Μαρίας, βρίσκοντας δύναμη και συγκέντρωση. Μόλις έληξε ο χρόνος παρατήρησε πως για πρώτη φορά σε εξέταση, μετά από χρόνια, τα πόδια της δεν έτρεμαν από τα νευρά της. Κοίταξε για λίγο τα εντελώς ακίνητα και ασθενικά πόδια της Μαρίας. Τι έκπληξη! Φορούσαν τα ίδια παπούτσια! Μωβ ολσταράκια.

Τα κορίτσια για τους επόμενους μήνες έγιναν αχώριστες. Το μυαλό της Μαρίας έδωσε φτερά στην Λένα, τα πόδια της όποιας έδωσαν φτερά στην Μαρία. Πετούσε η ομάδα. Στα μαθήματα δεν άργησαν να έρθουν οι επιτυχίες. Αλλά η σχέση τους δεν περιορίστηκε μόνο σε αυτό. Έζησαν μαζί υπέροχους μήνες. Ταξίδεψαν με τρένο όλη την Ελλάδα, κάνανε ξενύχτια, τρελά μεθύσια, δεν άφησαν συναυλία και όταν ο δρόμος τους κάλεσε δεν έχασαν πορεία και διαδήλωση, πρώτες των πρώτων. Μέχρι και δουλειά βρήκανε για να ξαλαφρώσουν τους δικούς τους. Στο τυροπιτάδικο του κυρ Φώτη, τετράωρο. Η Λένα στους καφέδες και η Μαρία στο ταμείο. Του αύξησαν την πελατεία με το κέφι τους. Άσε που κάθε μέρα με την καλημέρα τους, του φτιάνανε και τη μέρα. «Καλημέρα Φωτάκο, γλύκα! Εσύ δεν έχεις τυροπιτάδικο! Ζαχαροπλαστείο έχεις!», του λέγανε και τον κάνανε αλοιφή. «Καλώς την Μαριαλένα» τους ανταπαντούσε εκείνος σαν να επρόκειτο για ένα άτομο. Δεν είχε και άδικο.

Τις πιο ξεχωριστές στιγμές τους τις πέρασαν το δεύτερό τους καλοκαίρι, αφού πήραν το πτυχίο τους, ξέγνοιαστες, αν και τους έδωσε άδεια με τα χίλια ζόρια ο ζαχαροπλάστης, κατασκηνώσανε σε κάμπινγκ. Όλη μέρα ρέκλα, ακούγοντας μουσική, διαβάζοντας λογοτεχνία και μόλις έπεφτε ο ήλιος για τα καλά, έμπαιναν για μπάνιο. Η Μαρία πήγαινε με το καροτσάκι μέχρι εκεί που έφτανε το κύμα και μετά στηριζόταν στα αδύνατα αλλά νευρικά μπράτσα της Λένας. Μετά από κάποιο βάθος βοηθούσε και η άνωση. Αυτές οι ώρες… οι μαγικές ώρες! Μονάχες στην θάλασσα, η μια στην αγκαλιά της άλλης. Τα λέγανε όλα, τους ανομολόγητους πόθους τους, τις πιο παλαβές επιθυμίες τους, τα μακρινά σχέδιά τους, τους κρυφούς φόβους τους. Ψιθυριστά, να μείνουν εκεί, να ειπωθούν για μια φορά και να βουλιάξουν στην άμμο. Ένα από αυτά τα υπέροχα βράδια η Λένα της εκμυστηρεύτηκε κάτι.
-Δεν έκανα συμφωνία μαζί σου για να τελειώσω την σχολή. Ήθελα απλώς να μου μάθεις τον τρόπο που με κοίταξες στο αμφιθέατρο. Σπανίζουν οι άνθρωποι που σε κοιτούν έτσι. Το βλέμμα σου προσδοκούσα να σπουδάσω και να κατακτήσω. Αυτό το βλέμμα που με άδειασε και με γέμισε, που με γαλήνεψε και με ξύπνησε και τελικά με άλλαξε. Θα έδινα τα πάντα για αυτό το βλέμμα.
-Νομίζω το έχεις και εσύ τώρα. Έγινες και εσύ κορίτσι με ειδικό βλέμμα. Αποφοίτησες! Καλή σταδιοδρομία!

Γελούσαν και οι δύο και τα γέλια τους έπλεαν πάνω στην επιφάνεια της θάλασσας ταξιδεύοντας στο σκοτεινό πέλαγος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου